Είναι πιστοποιημένο γεγονός πως σε περιόδους κρίσης (οικονομικής, πολιτικής, κοινωνικής, ή συνδυασμού των) ο άνθρωπος αναζητά ιδεολογικά στηρίγματα. Ο προβληματισμός μου είναι εάν αυτά τα ιδεολογικά στηρίγματα βοηθούν ουσιαστικά στην καταπολέμηση της κρίσης ή είναι απλώς τονωτικά της ανθρώπινης ψυχολογίας.
Ανατρέχοντας έναν αιώνα περίπου πίσω, σε απάντησή του στον Γεώργιο Σκληρό, ο Ίων Δραγούμης είχε καίρια επισημάνει την διαφορά μεταξύ επιστήμης [1] και ιδεολογίας, εν προκειμένω κοινωνιολογίας και κοινωνισμού (σοσιαλισμού). Γράφει χαρακτηριστικά: «… Η κοινωνιολογία (sociologie) είναι επιστήμη. Ο κοινωνισμός (socialisme) είναι πόθος. …» [2]
Το πρόβλημα των ιδεολογιών στην αντιμετώπιση προβλημάτων, ειδικότερα σε ένα ρευστό περιβάλλον, όπως αυτό της «παγκοσμιοποίησης», φαίνεται πως είναι ο δογματισμός και η βουλησιαρχία. Η επιστήμη απ’ εναντίας εδράζεται σε αποδείξεις και παρατηρήσεις που προκύπτουν από την διαρκή έρευνα και αμφισβήτηση. Βεβαίως εάν αναλογιστούμε ότι στις σύγχρονες θετικές επιστήμες δεν κυριαρχεί πλέον η βεβαιότητα και η αιτιοκρατία, αλλά οι πιθανότητες, δεν μπορούμε, πολύ περισσότερο στο πεδίο των πολιτικών και ανθρωπιστικών επιστημών, να είμαστε απολύτως βέβαιοι για την αποτελεσματικότητα της μίας ή της άλλης επιστημονικής μεθόδου. Ωστόσο η πρωτοκαθεδρία της επιστήμης έναντι της ιδεολογίας εξακολουθεί να έχει το πλεονέκτημα της ευελιξίας και της προσαρμογής σε νέες συνθήκες.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, το τέλος της εμμονής σε ιδεολογικά δόγματα σηματοδότησαν μεταξύ άλλων συμβάντων και οι στάσεις δύο υπερδυνάμεων σε ζητήματα καμπής. Το πρώτο παράδειγμα αφορά στην Κίνα και στην εγκατάλειψη των κομμουνιστικών αντιλήψεων περί οικονομίας όταν διαπιστώθηκε από τους εκεί ιθύνοντες ότι η αποδοχή πρακτικών του «αντιπάλου στρατοπέδου» στο οικονομικό πεδίο, μόνο όφελος θα είχε για την χώρα. Στον αντίποδα, οι ΗΠΑ, η «πατρίδα του καπιταλισμού» προέβησαν στην κρατική παρέμβαση στην οικονομία το 2008 (σχέδιο TARP), μετά την πτώχευση της Lehman-Brothers, εγκαταλείποντας τις παραδοσιακές αρχές του φιλελευθερισμού, προκειμένου να αποτρέψουν την κατάρρευση του τραπεζικού τους οικοδομήματος.
Στον εν Ελλάδι δημόσιο πολιτικό λόγο, απ’ εναντίας, η κυριαρχία των ιδεολογιών (ή μήπως ιδεοληψιών;) έναντι της επιστήμης είναι ακόμη συντριπτική. Οποιαδήποτε εκφερόμενη άποψη δεν θα κριθεί επί τη βάσει της ορθότητας ή της αποτελεσματικότητάς της, αλλά αναλόγως του πώς θα χαρακτηρισθεί: «δεξιά», «αριστερή», «νεοφιλελεύθερη», «φασιστική» κ.ο.κ. Δηλαδή όχι μόνο αρνούμαστε την ανάγνωση της πραγματικότητας με επιστημονικά εργαλεία, αλλά καταφεύγουμε στην πιο απλοϊκή και επιφανειακή ανάγνωση των ιδεολογιών, αυτήν της «ταμπέλας».
Συχνό είναι επίσης και το φαινόμενο της άρνησης της πραγματικότητας, εξ αιτίας τυφλής προσκόλλησης σε ιδεολογικά θέσφατα. Χαρακτηριστικό, δυστυχώς όχι μοναδικό, παράδειγμα, το γεγονός ότι τόσο ο ΣυΡιζΑ όσο και η «Χρυσή Αυγή» αντιτίθενται στην συμμαχία Ελλάδος – Ισραήλ, προβάλλοντας επιχειρήματα που ικανοποιούν το θυμικό τους, αρνούμενοι να επεξεργασθούν καν το ενδεχόμενο η προσέγγιση αυτή να είναι επωφελής, βάσει αρχών της γεωπολιτικής και των διεθνών σχέσεων, για την χώρα μας.
Ορμώμενος, λοιπόν, από την παρατήρηση του Δραγούμη, διερωτώμαι μήπως οι κρίσιμες στιγμές που διερχόμαστε επιβάλουν να θέσουμε τέλος στον αναμηρυκασμό ιδεολογικών στερεοτύπων και να επικεντρωθούμε στην επιστημονική ερμηνεία της πραγματικότητας, που θα μας βοηθήσει πραγματικά στην υπέρβαση του σημερινού αδιεξόδου.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ-ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
[1] Ο όρος επιστήμη δεν θα πρέπει να περιλαμβάνει την «στρατευμένη επιστήμη», την «επιστήμη», δηλαδή, που καθοδηγείται από την πολιτική, την οικονομία ή κάποια ιδεολογία, προκειμένου να εξάγει ή να επιβεβαιώσει προαποφασισμένα πορίσματα.
[2] Ίων Δραγούμης, άρθρο με τίτλο «Κοινωνισμός και Κοινωνιολογία», περιοδικό «Νουμάς», τεύχος 295 (11-05-1908).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δεν επιτρέπονται νέα σχόλια.