2022-02-06

Ίμια: Μεταξύ μύθων, απομυθοποιήσεων και πραγματικότητος

[ Το κείμενο ενημερώθηκε στις 14/02/2022, κατόπιν εποικοδομητικής ανταλλαγής απόψεων με τον "Βελισάριο", διαχειριστή του ομωνύμου ιστολογίου, τον οποίον και ευχαριστώ θερμότατα. Οι φράσεις με ερυθρή γραφή είναι αμιγείς δικές του επισημάνσεις, που συμπληρώνουν το πνεύμα και τους στόχους του δικού μου κειμένου. ]

Στην ελληνική ιστορία σπανίζουν οι περίοδοι ηρεμίας. Στην ταραχώδη διαχρονία μας έχουμε καταγάγει περηφανείς νίκες, αλλά και υποστεί ολέθριες ήττες.

Πώς, όμως, αντιμετωπίζουμε και προσλαμβάνουμε αυτές τις καθοριστικές για την πορεία μας στιγμές του παρελθόντος μας; Συνήθως κυριαρχεί ο συναισθηματισμός. Τις μεν επιτυχίες μας αρεσκόμαστε να τις θαυμάζουμε, περιοριζόμενοι στο ηρωικό τους σκέλος (επ' αυτού είχα αναφερθεί σε προηγηθέν άρθρο μου, με αφορμή την επέτειο της 28ης/10). Τις δε αποτυχίες μας προσπαθούμε να τις εξορκίσουμε και είθισται να τις αποδίδουμε σε κάποια διεθνή συμπαιγνία εναντίον μας, σε προδοσία, η σε υπερτέρους εξωγενείς παράγοντες.

Είδος εν ανεπαρκεία, δυστυχώς, είναι η εις βάθος λογική επεξεργασία και ανάλυση των γεγονότων, προκειμένου να εξαχθούν χρήσιμα συμπεράσματα για την προσαρμογή μας σε πιθανές παρόμοιες μελλοντικές καταστάσεις. Πώς προέκυψαν οι θρίαμβοί μας; Μπορούσαμε να τους γιγαντώσουμε περισσότερο; Υπήρχε δυνατότητα να αποφευχθούν οι καταστροφές μας; Ερωτήματα που παραμένουν αναπάντητα, αφού δεν τίθενται καν στον δημόσιο λόγο!

Εξαίρεση στον κανόνα αυτόν, απετέλεσε η προσπάθεια του διεθνολόγου κ. Νικολάου Παούνη να αναλύσει εκτενώς, υπό πρίσμα λογικής και ψυχραιμίας, την κρίση των Ιμίων. Εξέδωσε τα συμπεράσματά του, το 2013, στο τιτλοφορούμενο "Ίμια 1996" βιβλίο, Ωστόσο, η σύνοψη, το 2017, του βιβλίου σε σχετική μελέτη (για λογαριασμό του ΕΛΙΑΜΕΠ), με έμφαση στον στρατιωτικό κλάδο και την ισορροπία δυνάμεων, δεν νομίζω ότι δικαιώνει τις προσδοκίες για ωρίμανση της αναλυτικής μας νοοτροπίας, τουναντίον βρίθει απλουστεύσεων.

Επιθυμώντας να συνεισφέρω στην ορθολογική αποτίμηση των συμβεβηκότων του 1996, θα καταθέσω κάποιες παρατηρήσεις στην εν λόγω μελέτη.

Μια πρώτη, σύντομη κριτική είχα καταθέσει κατά την πρώτη επέτειο των Ιμίων μετά την δημοσιοποίησή της (Ιανουάριος 2018), σε σχόλιο, στον ιστότοπο "Ανιχνεύσεις". Τώρα, όμως, ο χώρος μού επιτρέπει να επεκταθώ περισσότερο στο τεχνικό σκέλος.

 

Το γενικότερο διακύβευμα

Θα ξεκινήσω με μία ένσταση επί του τίτλου, η οποία θα ενισχυθεί με εν συνεχεία παράθεση τεχνικών λεπτομερειών. Ήταν, εν τέλει, ένας "μύθος" το περιβόητο "τακτικό πλεονέκτημα";

Ο προσδιορισμός "τακτικό" για το στρατιωτικό πλεονέκτημα υποδηλοί υπεροχή σε τακτικό-τοπικό επίπεδο. Η τακτική υπεροχή σε ένα περιορισμένο γεωγραφικό χώρο επιχειρήσεων δεν συνεπάγεται επ' ουδενί ευρύτερο επιχειρησιακό ή και στρατηγικό πλεονέκτημα (σε περίπτωση ολοκληρωτικής, αντιπαραθέσεως, δηλαδή). Η δήλωση, επομένως, στην στοχοθετικό προοίμιο της μελέτης για "εθνικό στρατιωτικό πλεονέκτημα", το οποίο η μελέτη καταρρίπτει, είναι άστοχη γενίκευση.

Επιπροσθέτως, η θεωρία του τακτικού πλεονεκτήματος δεν προέκυψε από αστικούς μύθους και καφενειακές συζητήσεις, αλλά υποστηρίχθηκε ρητώς από πλειάδα αξιωματικών του ΠΝ, επί του πεδίου και επί επιτελικών θέσεων (ενδεικτικώς, μόνο, να αναφέρω κάποιους εξ αυτών, Λυμπέρης, Καλλιγιάννης, Εγκολφόπουλος, Κονιδάρης, κ.α.). Κατά συνέπεια, έχει αυξημένη βαρύτητα η άποψη και δεν νομίζω ότι αντικρούεται με μια απλή παράθεση μερικών πινάκων και αριθμών. Η πολεμική αναμέτρηση είναι κάτι πολύ περισσότερο από αντιπαραβολή αριθμών, είναι και τακτικές, είναι και πραγματικές διαθεσιμότητες, είναι - εν τέλει - και ο ανθρώπινος παράγων (όπως είχε επισημάνει και ο Κουντουριώτης στον Βενιζέλο "Εγώ κύριε Πρόεδρε δεν καταγίνομαι με το χι συν ψι και τας γωνίας αποκλίσεως. Ξεύρω να πω ένα πράγμα. Καράβια άνευ ικανού εμψύχου υλικού, είναι μόλυβδος βαρύς βυθιζόμενος εντός ύδατος. Σας διαβεβαιώ ότι με τα καράβια που έχομε θα κάμουμε καλά τη δουλειά μας." [1]). Να σημειωθεί ότι και την εποχή των Βαλκανικών Πολέμων οι αριθμοί δεν μας ευνοούσαν... 


Σχόλιο "Βελισαρίου": 

Εδώ είναι χρήσιμη, πιστεύω, μία διευκρίνιση, για να την έχουμε γενικότερα κατά νου. Υπάρχουν τρία διακριτά επίπεδα:

(α) το "αριθμητικό": τόσα κουκιά εμείς, τόσα ο αντίπαλος. Επειδή, όμως τα κουκιά δεν είναι ποτέ ίδια και δεν μπορούμε εύκολα να φτάσουμε σε "ανηγμένα μεγέθη", αποτελούν μία απλή ένδειξη (κι επιπλέον συχνά είναι "ονομαστικά" κουκιά μόνον: τα πραγματικά κουκιά τα ξέρει μόνον ο νοικοκύρης.

(β) το "τεχνικό": αυτό είναι πιο συνολικό από το προηγούμενο, και συμπεριλαμβάνει και όλα τα άλλα στοιχεία που μπορούν να δώσουν ενδείξεις για την πιθανή (αυστηρά) έκβαση των πραγμάτων.

(γ) το «ηθικό» στοιχείο: αυτό που έχει, πολύ επιγραμματικά, πει ο Κλαούζεβιτς: "τα φυσικά μέσα είναι μόνο η ξύλινη λαβή, τα ηθικά μέσα είναι το μέταλλο του ξίφους".

Η καταφυγή στο τρίτο επίπεδο για να ανατραπεί ένα συμπέρασμα του πρώτου επιπέδου μου φαίνεται κάπως αδύναμη. Στο κάτω-κάτω μπορεί κανείς να αποδείξει το οτιδήποτε επικαλούμενος το (μη εκ των προτέρων ελέγξιμο) τρίτο επίπεδο. Νομίζω ότι μία επίκληση του δευτέρου επιπέδου είναι γενικά πιο πειστική τώρα, εκτός αν υπάρχουν σαφείς και πειστικές ενδείξεις ότι προκύπτει κάτι από το "ηθικό" επίπεδο. Για τα Ίμια, τόσο σαφείς ενδείξεις προσωπικά εγώ δεν έχω - και δεν υπονοώ κάτι αρνητικό για κανέναν.

 

Σημείωση επί του σχολίου:

Ολόσωστη η διάκριση των επιπέδων, η πρόθεσή μου δεν ήταν να επικαλεστώ πιθανή υπεροχή μας, λόγω φρονήματος, αλλά να χρησιμοποιήσω αντιπαράδειγμα στην λογική της εμμονής στην απλή αριθμητική σύγκριση και να καταδείξω την συνθετότητα ενός πολεμικού εγχειρήματος, πέρα από αντιπαραβολή πινάκων αριθμών. Αυτή η πολυπλοκότητα της φύσεως του πολέμου καθιστά επισφαλή την όποια απόπειρα προβλέψεων του τελικού αποτελέσματος.

 

Και ουδείς προδίκασε σαφώς θετική έκβαση στο πέρας μιας ενδεχόμενης πολεμικής αναμετρήσεως, ευρείας κλίμακος. Η εκμετάλλευση του τακτικού πλεονεκτήματος θα προσέδιδε, απλώς, στην Ελλάδα περισσότερες πιθανότητες τελικής επικρατήσεως.

Αν και, στην προκειμένη περίπτωση, των Ιμίων, ενδέχεται το τακτικό πλεονέκτημα επί της περιοχής τους να είχε αυξημένη βαρύτητα, λόγω υπερσυγκεντρώσεως ναυτικών δυνάμεων. Αν, δηλαδή, τοπικό επεισόδιο εκεί κατέληγε σε αδρανοποίηση μεγάλου μέρους του ενός ή και αμφοτέρων των στόλων Ελλάδος-Τουρκίας, είναι αμφίβολο κατά πόσο θα ήταν δυνατή περαιτέρω κλιμάκωση και συνέχιση πολεμικών επιχειρήσεων, χωρίς καν να συνυπολογίσουμε τις πολιτικές επιπτώσεις μιας αιφνιδίου καταστροφής (το πολιτικό τοπίο και σε Ελλάδα και σε Τουρκία υπήρξε ιδιαιτέρως ρευστό).

 

Σχόλιο "Βελισαρίου": 

Συμφωνώ απολύτως με τη θέση, όχι όμως απολύτως και με την εξήγησή της: η έκβαση ενός θερμού επεισοδίου στην περιοχή των Ιμίων πιθανότατα θα είχε δυσανάλογα μεγάλη βαρύτητα, κυρίως πολιτική όμως, υπό την έννοια ότι αν μία πλευρά "ηττάτο" (κατά τρόπο σχετικά σαφή) θα δίσταζε πάρα πολύ να κλιμακώσει - αλλά για λόγους ψυχολογικούς, από την κατάπληξη, και όχι τόσο επειδή θα είχε πληγεί ουσιωδώς η στρατιωτική ισχύς της. Αυτή είναι βέβαια προσωπική εκτίμηση και μόνον. 

 

Αεροπορικός πόλεμος (εναέρια υπεροχή)

Στην μελέτη, γίνεται συχνά λόγος για τις εμβέλειες αεροπορικών βλημάτων. Κατ' αρχάς τα ακριβή αυτά στοιχεία είναι διαβαθμισμένα, οπότε κάθε δημόσια αναφορά πρέπει να θεωρείται προσεγγιστική. Κατά δεύτερον, η εμβέλεια των πυραύλων Α/Α δεν είναι αποκλειστικό χαρακτηριστικό τους γνώρισμα,. Και τούτο διότι, σε αντίθεση με βλήματα κατά στόχων επιφανείας, ο εναέριος στόχος κινείται και ελίσσεται με ταχύτητες συγκρίσιμες του βλήματος. Επομένως, οι πιθανότητες ευστοχίας (Probability of Kill, Pk) ενός βλήματος, στα όρια της εμβελείας του, φθίνουν, διότι εξαντλούνται οι ελικτικές και κινητικές του δυνατότητες. Συν τοις άλλοις, σημαντικό ρόλο στην ευστοχία ενός βλήματος Α/Α διαδραματίζουν οι αρχικές παράμετροι βολής (π.χ. ο στόχος είναι συγκλίνων ή αποκλίνων, το σχετικό ύψος κινήσεως του στόχου, κλπ), στις οποίες περιλαμβάνεται και η αρχική απόσταση, όπως και το είδος του στόχου (ευκινησία, RCS, κλπ), για να μην επεκταθούμε και στο ποιοτικό κριτήριο της αντοχής σε αντίμετρα και ηλεκτρονικές παρεμβολές.

Ειδικότερα για τις βολές πέραν του ορίζοντος (Beyond Visual Range, BVR) οι καταγεγραμμένες ευστοχίες, στους ακολούθους πίνακες, δεν συνηγορούν στην ευρέως εδραιωμένη (αλλά εσφαλμένη) αντίληψη για αεροπορικό πόλεμο εν είδει βιντεοπαιχνιδιού, όπου κυριαρχεί ευκόλως και κατά κράτος η πλέον προηγμένη τεχνολογία!

 
Ευστοχίες βλημάτων AAM από τις αερομαχίες των ΗΠΑ σε Βιετνάμ και Α΄ Πόλεμο Κόλπου [2]

Ευστοχίες βλημάτων BVRAAM από τις αερομαχίες ΗΠΑ και Ισραήλ, κατά την περίοδο 1965-1991, με παράλληλη διάκριση των συνολικών χρήσεών τους (ανεξαρτήτως αποστάσεων στόχων) από τις πραγματικές BVR εμπλοκές [3]

Για την αβεβαιότητα των αεροπορικών εμπλοκών BVR, αλλά και των θεωρητικών στοιχείων κατασκευαστών όπλων, ως προς τις επιδόσεις τους, ενδεικτική είναι η καταγραφή σε δημοσίευμα του "The National Interest" [4] για την διακύμανση του δείκτη Pk του βλήματος AIM-7 Sparrow από την φάση της αναπτύξεως του, έως την χρήση του σε μάχη:
  • 80-90% στις δοκιμές της κατασκευάστριας εταιρείας
  • 50-60% σε επιχειρησιακές δοκιμές της USAF
  • 8-11% στις επιχειρήσεις του Βιετνάμ

Βεβαίως, η τεχνολογία και η αποτελεσματικότητα των όπλων βελτιώνεται με την πάροδο του χρόνου, αλλά, για την υπό συζήτηση εποχή (1995-96), οι δυνατότητές τους δεν απείχαν πολύ από τον Α΄ Πόλεμο του Κόλπου, τον οποίον θα έπρεπε να θεωρήσουμε ως σημείο αναφοράς.

Στην μελέτη του ΕΛΙΑΜΕΠ επιχειρείται να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στην υπεροχή της τουρκικής αεροπορίας στον εναέριο αγώνα, λόγω του βλήματος AIM-120Α AMRAAM. Ωστόσο παραβλέπονται τα εξής:

  • Ήταν η πρώτη έκδοση βλήματος αυτόνομης καθοδηγήσεως προς τον στόχο και εισήχθη σε χρήση μετά το 1991 (δεν ήταν διαθέσιμο στις επιχειρήσεις του Κόλπου, γι' αυτό και δεν υπάρχουν στοιχεία χρήσεως στους προηγηθέντες πίνακες), επομένως η αποτελεσματική αξιοποίησή του το 1996 θα προσέκρουε ακόμη σε περιορισμούς σχεδιαστικής ανωριμότητος. Είναι γενικώς παραδεκτό ότι μετά την έκδοση 'Β', το βλήμα θεωρήθηκε πλήρως αξιόμαχο.
  • Σε συνάρτηση με το προηγούμενο επιχείρημα, ούτε ο φορέας του βλήματος ήταν πλήρως αποδοτικός. Μετά την έκδοση Block-50 θεωρείται ότι το F16 εκμεταλλεύεται επαρκώς τον AMRAAM, αλλά τέτοια αεροσκάφη παρεδόθησαν στην Τουρκία μετά το 1996 και στην Ελλάδα μετά το 1997.
  • Άλλος περιορισμός για τους Τούρκους ήταν ότι οι παραδόσεις του βλήματος είχαν ξεκινήσει μόλις το 1995 [5], με αποτέλεσμα ούτε οι αριθμοί του να ήταν επαρκείς, αλλά ούτε να υπήρξε το απαραίτητο χρονικό περιθώριο για εξοικείωση με την νέα τεχνολογία και τις σχετικές τακτικές [6].

 

Σχόλιο "Βελισαρίου": 

Συμφωνώ απολύτως με την επιχειρηματολογία. Να συμπληρώσω τα εξής:

(α) οι Έλληνες χειριστές (δηλαδή συνολικά η ΠΑ) είχε γνώση των βασικών επιδόσεων του βλήματος και όλοι οι χειριστές μαχητικών ήταν εξοικειωμένοι με τις τακτικές αντιμετώπισης και αποφυγής του. Μετά την προμήθεια του όπλου από την ΠΑ, οι πληροφορίες που υπήρχαν επιβεβαιώθηκαν και οι τακτικές αποφυγής εξελίχθηκαν μεν, αλλά στον πυρήνα τους ήταν οι ίδιες.

(β) παραμένει το συνολικό ερώτημα: η ύπαρξη του όπλου στις μοίρες της ΤΑ δεν της παρείχε ένα σημαντικό πλεονέκτημα, ακόμη κι αν αυτό δεν ήταν τόσο καταλυτικό όσο φαίνεται εκ πρώτης όψεως, χωρίς να ληφθούν υπ’ όψιν οι προαναφερθέντες περιορισμοί; Αυτό είναι ένα βασικό ερώτημα που δεν προχώρησα περαιτέρω.

Τέλος, υπάρχει ένα επιπλέον στοιχείο που πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν, όσο και αν εκ πρώτης όψεως φαίνεται κάπως "ύποπτο":

Οι Έλληνες χειριστές έχουν σημαντικά/χαρακτηριστικά καλύτερη επίδοση στην μάχη air-to-air σε σχέση με τους τούρκους ομολόγους τους. Παρ’ όλο που τέτοια επιχειρήματα περί "ποιοτικής υπεροχής" είναι συνήθως ύποπτα για αυταρέσκεια ή αμηχανία ως προς τα αντικειμενικά δεδομένα, εν προκειμένω πρόκειται για κάτι που μπορεί, σε σημαντικό βαθμό, να πιστοποιηθεί αντικειμενικά και "εξωγενώς", βάσει των μακροχρόνιων επιδόσεων των ελληνικών πληρωμάτων σε διεθνείς διαγωνιστικές ασκήσεις, όπου η διαφορά με τα τουρκικά είναι χαρακτηριστική. Αυτό ίσχυε και το 1996, παρ’ όλο που η ΠΑ δεν διερχόταν την πιο λαμπρή της περίοδο (πέραν των εξοπλιστικών θεμάτων).

 

Στον αντίποδα, η Ελλάδα παρελάμβανε το διάστημα 1995-97 τους γαλλικούς πυραύλους Α/Α Matra Super-530D, για τα Mirage-2000 [7]. Το βλήμα αυτό χρησιμοποιούσε ημιενεργό καθοδήγηση (SARH) για την εμπλοκή του στόχου, όπως και το AIM-7, εν τούτοις, θεωρείται ανώτερο του τελευταίου και, δεδομένης της απουσίας (ή της πολύ περιορισμένης παρουσίας) AMRAAM, αυτόνομης καθοδηγήσεως, στο θέατρο αντιπαραθέσεως, προσέδιδε ένα πλεονέκτημα στην ελληνική πλευρά. Παρότι η ενσωμάτωσή του στο ελληνικό οπλοστάσιο φαίνεται να ήταν σε πιο προχωρημένο στάδιο, εν σχέσει με την υιοθέτηση του AMRAAM από την ΤΗΚ, ισχύουν κι εδώ, βεβαίως, αρκετές επιφυλάξεις για την βέλτιστη αξιοποίησή του από την ΠΑ:

  • Σε τί ποσοστό των αεροσκαφών μας είχε ολοκληρωθεί, εντός του 1995, η αναβάθμιση του αρχικού (προβληματικού) ραντάρ RDM σε RDM3, ώστε να αξιοποιείται ικανοποιητικώς το βλήμα;
  • Σε τί βαθμό είχαν αφομοιώσει οι χειριστές την τεχνολογία και τις τακτικές χρήσεως του βλήματος, σε διάστημα κάποιων μηνών; [8]

Σημαντική λεπτομέρεια, πάντως, πως το βράδυ της 30ης προς 31η Ιανουαρίου στο Αιγαίο υπήρχαν μόνο ελληνικές εναέριες περιπολίες (CAP), από F4 και Mirage-2000 [9].


Αεροπορικός πόλεμος (κρούση)

Στο πεδίο αυτό, όντως, η Τουρκία κυριαρχούσε, λόγω των συστημάτων ναυτιλίας/σκοπεύσεως LANTIRN και των βλημάτων HARM και Maverick, οι παραδόσεις των οποίων είχαν ολοκληρωθεί πριν το 1996. 

Τα τελευταία μπορούσαν να συνεισφέρουν και στον ναυτικό αγώνα, ελλείψει εξειδικευμένων βλημάτων Α/Ε (AGM-84 ή AM-39, τα δεύτερα τα απέκτησε η Ελλάδα το 1997), εν αντιθέσει με την χρήση βομβών ελευθέρας πτώσεως (iron bombs), που θα χρησιμοποιούσαν τα ελληνικά Α7, για την προσβολή του τουρκικού αποβατικού στόλου [10].

Αγνοούνται, όμως, δύο λεπτομέρειες:

  • Για αυξημένες πιθανότητες επιτυχούς αποστολής κρούσεως προϋποτίθεται επίτευξη αεροπορικής υπεροχής, άρα προηγούμενη επικράτηση στην (αμφίρροπη) εναέρια μάχη. 

 

Σχόλιο "Βελισαρίου":  

Αυτό δεν είναι απολύτως ακριβές. Σε αντίθεση με τις αποστολές της αεροπορίας επ’ ωφελεία των χερσαίων δυνάμεων ή αποστολές "στρατηγικής κρούσης", οι αποστολές προσβολής στόχων της αντίπαλης αεροπορίας (επιχειρήσεις "Offensive Counter Air" διεξάγονται εξ αρχής: πρακτικά, η κάθε αεροπορία προσπαθεί να επικρατήσει έναντι της αντίπαλής της διεξάγοντας ταυτόχρονα δύο ειδών αποστολές: OCA, με COMAO που διεισδύουν στον αντίπαλο χώρο για να προσβάλουν ραντάρ, αεροδρόμια, κέντρα διοικήσεως, κλπ, και DCA με τις οποίες (με CAP, βασικά) η αεροπορία προσπαθεί να αποκρούσει τις επιχειρήσεις OCA του αντιπάλου. Προφανώς είναι θέμα επιχειρησιακού χειρισμού η βαρύτητα στην κάθε μία αποστολή, πάντως ο γενικός κανόνας είναι ότι όποιος κάνει μόνον DCA πεθαίνει, επειδή, όπως λέει και το ρητό: "τα βομβαρδιστικά πάντα θα περνούν".

Η "ευνοϊκή αεροπορική κατάσταση" είναι προϋπόθεση για δράση επ’ ωφελεία των χερσαίων δυνάμεων, όπου δεν είναι αποδεκτή η προηγούμενη επίτευξη πλήρους αεροπορικής υπεροχής.

 

  • Η ικανότερη αντιαεροπορική άμυνα της Ελλάδος, λόγω των Hawk (στην ξηρά) και των SM1 (επί των 4 αντιτορπιλικών τύπου "C. F. Adams" στην θάλασσα), την οποία οι Τούρκοι θα έπρεπε να καταστείλουν. Ανεξαρτήτως του πόσο αποτελεσματική θα απεδεικνύετο η ελληνική αεράμυνα, θα προσέθετε ένα επί πλέον εμπόδιο στους Τούρκους χειριστές, που οι Έλληνες ομόλογοί τους δεν θα είχαν να αντιμετωπίσουν άνωθεν τουρκικού εδάφους.


Σχόλιο "Βελισαρίου":

Αυτό ίσως είναι λιγότερο σημαντικό απ’ ό,τι εκ πρώτης όψεως φαίνεται. Μέρος των Hawk προστάτευε "στρατηγικής σημασίας" στόχους (και άρα δεν θα επηρέαζε την αεροπορική μάχη άμεσα), και μέρος του ήταν για προώθηση, σε περίοδο κινητοποιήσεως, στο Αν. Αιγαίο (εκεί θα επηρέαζε την αεροπορική μάχη). Δεν γνωρίζω αν κατά την κρίση είχε προωθηθεί μοίρα Hawk.

Με την αναφορά στους SM1 συμφωνώ απολύτως.


Συμπερασματικώς, ναι μεν η Τουρκία απολάμβανε τεχνολογική υπεροχή σε αποστολές κρούσεως από αέρος, αλλά αυτές θα ήταν και μεγαλυτέρου βαθμού δυσκολίας από αυτές που θα εκαλείτο να φέρει εις πέρας η ΠΑ.

 

Αεροπορικός πόλεμος (λοιπά θέματα)

Δύο πρόσθετες παρατηρήσεις, απλώς για να καταδειχθεί η ματαιότητα και το παράλογον της απλής αντιπαραβολής πινάκων με αριθμούς.

  • Άνευ νοήματος η σύγκριση αριθμού μεταγωγικών αεροσκαφών, ώστε να προκύψει τουρκικό προβάδισμα. Δεν παίζουμε με κάρτες "σούπερ-ατού", τα τουρκικά μεταγωγικά δεν θα είχαν αντίπαλο τα ελληνικά μεταγωγικά, αλλά την οργανωμένη άμυνα νήσων. Και πάλι, οι αποβατικές/αεραποβατικές επιχειρήσεις έχουν ως προαπαιτούμενο την εξασφάλιση - έστω τοπικής - υπεροχής σε αέρα και θάλασσα.
  • Ομοίως με τα αεροσκάφη εναερίου ανεφοδιασμού. Το πλεονέκτημα που θα προσέδιδαν στην τουρκική πλευρά θα ήταν η ικανότητα να επιχειρεί με ασφάλεια από ανατολικές της βάσεις, απρόσβλητες από την Ελλάδα. Κατά τα λοιπά, σε πραγματικές επιχειρήσεις, ούτε τον φόρτο όπλων μπορούν να αναπληρώσουν, ούτε την κόπωση των πληρωμάτων να αντιμετωπίσουν.


Ναυτική αντιπαράθεση (γενικώς)

  • Εντελώς άστοχη η αξιολόγηση των τουρκικών φρεγατών κλάσεως "Yavuz" (MEKO-200TN Track-I) ως των μόνων συγχρόνων. Απ' εναντίας, υπήρξαν αρκούντως προβληματικές, ως η πρώτη σύγχρονη ναυτική εξοπλιστική απόπειρα των Τούρκων και σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να θεωρούνται ανώτερες των "S" του ΠΝ (οι οποίες, απλώς, ήταν παλαιότερες σε ηλικία, αλλά επρόκειτο για ένα από τα πλέον επιτυχημένα σχέδια της "δυτικής" ναυπηγικής και δεν υστερούσαν ούτε σε τεχνολογία/όπλα έναντι των τουρκικών).
  • Ομοίως άστοχη η σύγκριση του πλέον διαδεδομένου "δυτικού" αντιπυραυλικού συστήματος Phalanx (με το οποίο ήταν εφοδιασμένες οι ελληνικές κύριες ναυτικές μονάδες) με το αποτυχημένο "Sea-Zenith" (εκτός από την Τουρκία, καμία άλλη χώρα δεν το χρησιμοποιεί και η παραγωγή του τερματίσθηκε προώρως), που εξόπλιζε τις τουρκικές φρεγάτες ΜΕΚΟ [11].


Ναυτική αντιπαράθεση (περιοχή Ιμίων)

  • Η άθροιση βλημάτων ιδίου σκοπού, αλλά διαφορετικών προδιαγραφών οδηγεί ευκόλως σε εσφαλμένα συμπεράσματα.
  • Στην άθροιση δεν συνυπολογίζονται υπέρ της ελληνικής πλευράς οι επάκτιες συστοιχίες νήσων.
  • Οι εκτοξευτήρες των φρεγατών τύπου "Knox" (Mark-16) έφεραν 8 βλήματα εν συνόλω (ASROC + Harpoon).
  • Τα αντιαεροπορικά βλήματα SM1, φερόμενα από τα ελληνικά αντιτορπιλικά "C. F. Adams", είχαν και αντιπλοϊκές δυνατότητες και μάλιστα η υπερηχητική τους ταχύτητα, σε συνδυασμό με την τροχιά τους, τα καθιστούσαν δυσκόλως αντιμετωπίσιμα [12].
  • Η υπερσυγκέντρωση ναυτικών δυνάμεων σε περιορισμένο χώρο και η συνακόλουθη εγγύτητα των αντιμαχομένων ήταν μια ιδιαίτερη κατάσταση, στην οποία βαρύνουσα σημασία αποκτούσαν οι ελάχιστες (!!!) αποστάσεις οπλίσεως των αντιπλοϊκών πυραύλων και τορπιλών [13].
  • Μην έχοντας εικόνα για την ακριβή διάταξη των αντιπάλων στόλων, και μάλιστα σε δαιδαλώδες αρχιπελαγικό περιβάλλον, είναι αδύνατον να κρίνουμε εξ αποστάσεως ποιός πλεονεκτούσε.


Ευρύτερες επισημάνσεις

  • Είναι λογικό άλμα να συσχετισθεί η επικοινωνία Φ/Γ "Yavuz" με το ελικόπτερο "ΠΝ-21" ως τουρκική υπεροχή στον τομέα των επικοινωνιών και των ηλεκτρονικών μέσων. Αν υπήρξε τέτοια επικοινωνία, το πιθανότερο είναι να πραγματοποιήθηκε στην στρατιωτική αεροπορική συχνότητα εκτάκτου ανάγκης (243MHz).
  • Άγνωστος παραμένει ο βαθμός κινητοποιήσεως των ενόπλων δυνάμεων Ελλάδος και Τουρκίας. Διότι όλοι οι συγκριτικοί πίνακες εξοπλισμών καταγράφουν το τί έχει αγοραστεί κατά καιρούς, όχι το τί είναι διαθέσιμο για μάχη, σε δεδομένη χρονική στιγμή. Το στοιχείο αυτό είναι καθοριστικό για την εκτίμηση του υπερέχοντος, ειδικότερα αν αφορά σύγκρουση μικρής διαρκείας [14].
 

Σχόλιο "Βελισαρίου": 

Και όχι μόνον αυτό: ο Παούνης παραθέτει ως στοιχείο υπεροχής τα περισσότερα τουρκικά μεταγωγικά αεροσκάφη, τα οποία θα απειλούσαν τα νησιά. Όμως σε ό,τι αφορά την απειλή κατά των νήσων, δεν έχει κανένα νόημα η σύγκριση του πλήθους των τουρκικών μεταγωγικών με τα ελληνικά.

Κυρίως όμως, στη σελίδα 21 γράφει σχετικά με τη χαμηλή επάνδρωση των δυνάμεων της ΑΣΔΕΝ, πως παρά την έγκαιρη κινητοποίηση και ότι αυτή προηγείτο της τουρκικής η λειψανδρία σήμαινε ότι αυτές έπρεπε να περιμένουν επιστράτευση για να καταστούν ετοιμοπόλεμες.

Πέραν του ότι αυτά που αναφέρει περί χαμηλού ποσοστού επανδρώσεως (μετά την κινητοποίηση) είναι απολύτως ανακριβή για την εποχή εκείνη για τα νησιά του Αν. Αιγαίου (είχε γίνει σημαντικής έκτασης επιστράτευση, π.χ. η Κάλυμνος είχε σχεδόν 100% επάνδρωση το βράδυ εκείνο), το σημείο που παραλείπει είναι αν υπήρχε απειλή εκείνο το βράδυ κατά των νησιών:

Δεν έχει αναφερθεί πουθενά καμία κινητοποίηση δυνάμεων της 4ης Στρατιάς (και η κινητοποίηση που απαιτείται για αμφίβια επιχείρηση είναι χαρακτηριστικά μεγάλη, χρονοβόρα και εμφανής), άρα προφανώς οι δυνάμεις των νησιών, υπό τις δεδομένες συνθήκες, είχαν όλον τον χρόνο στη διάθεσή τους για να επανδρωθούν πλήρως (που δεν τον χρειάζονταν καν).

Σε ότι αφορά την κίνηση προς τους χώρους διασποράς, πέραν του ότι αυτή γίνεται και με χαμηλή επάνδρωση (που, επαναλαμβάνεται, δεν ήταν θέμα στα νησιά του Αν. Αιγαίου εκείνο το βράδυ), αυτή έχει κυρίως ως στόχο την αποφυγή της αεροπορικής προσβολής των δυνάμεων στα στρατόπεδά τους. Τέτοια αεροπορική προσβολή θα σήμαινε ότι η Τουρκία είχε επιβάλει τουλάχιστον "ευνοϊκή αεροπορική κατάσταση" σε κάποιο νησί στόχο, πράγμα εξαιρετικά απίθανο. Άλλωστε, προσβολές χερσαίων δυνάμεων θα ήταν πολύ πιο εύκολο για την ΠΑ να κάνει για δυνάμεις που συγκεντρώνονται απέναντι για να προετοιμάσουν αμφίβια επιχείρηση.

Ασφαλώς, τα δεδομένα αλλάζουν για την περίπτωση μικρών νησίδων όπου θα ήταν σχετικά πιο εύκολο για τους Τούρκους να υφαρπάξουν τις φρουρές τους, κυρίως μάλιστα στο Καστελόριζο.

Αλλά ο Παούνης δεν θέτει αυτό το θέμα. Λέει για το Δ΄ΣΣ (όπου τα πράγματα ήταν πολύ χειρότερα για τους Τούρκους) και ΑΣΔΕΝ (αναφερόμενος στα μεγάλα νησιά).

 

  • Δεν λαμβάνεται καθόλου υπ' όψιν η επήρεια του πολλαπλασιαστή ισχύος που λέγεται "πρώτο πλήγμα" [15]. Όταν εκτιμάται υστέρηση σε υλικά μέσα και η αποφυγή του πολέμου δεν έχει αναχθεί σε αυτοσκοπό, η υποχώρηση δεν (πρέπει να) είναι η μόνη εναλλακτική, καθώς ένας αιφνιδιασμός είναι δυνατόν να εξισορροπήσει ή και να ανατρέψει την υφισταμένη κατάσταση. Χάρις και στην αιφνιδιαστική τους επίθεση κατόρθωσαν οι Ισραηλινοί, το 1967, να κατισχύσουν των υπεραρίθμων και υπερεξοπλισμένων Αράβων.


Σχόλιο "Βελισαρίου": 

Αυτό το σημείο είναι αρκετά ιδιαίτερο. Για - όχι αθέμιτους - πολιτικούς λόγους, θα ήταν εξαιρετικά απίθανο η Ελλάς να προβεί σε μαζικό πρώτο πλήγμα κατά της Τουρκίας ως αποτέλεσμα ενός αρχικού θερμού επεισοδίου.

Για την ακρίβεια, αυτή ήταν και μία βασική ελληνική (στρατιωτική) αδυναμία κατά την κρίση στα Ίμια: ο ελληνικός σχεδιασμός δεν περιλάμβανε προετοιμασία για "χειρισμό κρίσεων" και στρατιωτική αντιπαράθεση χαμηλής εντάσεως. Από την ειρήνη μετέπιπτε αυτομάτως σε "κανονικό" πόλεμο και επιχειρήσεις πλήρους κλίμακας. Αυτό εν έτει 1996 ήταν απαράδεκτο, και βασική αστοχία του ελληνικού στρατιωτικού συστήματος.

Η αδυναμία αυτή ήταν εμφανής στη σύγκρουση Σημίτη-Λυμπέρη: ο μεν Σημίτης επιχειρούσε (έστω και με γελοίο τρόπο) να διαχειριστεί την κρίση τοπικά χωρίς να διακινδυνεύσει (όχι επί της ουσίας μόνον, αλλά ούτε καν ως υπονοούμενο και πολιτική απειλή) έναν πόλεμο, ο δε Λυμπέρης περίπου αδιαφορούσε για την τοπική διαχείριση της κρίσης και σκεφτόταν μόνον πώς θα κερδίσει έναν γενικευμένο πόλεμο άπαξ κι έπεφτε η πρώτη πιστολιά. Το κενό αυτό εκμεταλλεύτηκαν οι Τούρκοι (όπως έχουν κάνει κι άλλες φορές έκτοτε, παρ’ όλο που έχει συγκροτηθεί μηχανισμός διαχείρισης κρίσεων) και μας εξαναγκάζουν.

Όσο απαράδεκτη ήταν το δόγμα περί "σημειακών κρίσεων" (μόνον), άλλο τόσο εσφαλμένο ήταν και το μέχρι τότε δόγμα "αποκλειστικά πλήρους πολέμου".

 

Επίλογος-Συμπεράσματα

Αναντιρρήτως, υπήρξαμε οι ηττημένοι της κρίσεως των Ιμίων. Αυτό σημαίνει ότι υπήρξαμε κατώτεροι του αντιπάλου και αν θέλουμε να επανακάμψουμε θα πρέπει να εντοπίσουμε τις αδυναμίες μας, να τις αναλύσουμε και να τις διορθώσουμε.

Ήταν, όμως, η βασική αιτία της αδυναμίας μας η χρονική συγκυρία εκδηλώσεως της κρίσεως, όταν και υπολειπόμασταν των τουρκικών εξοπλισμών; Φρονώ πως, με τα στοιχεία που παρέθεσα, δεν διαφαίνεται καταλυτική υπεροχή ενός αντιμαχομένου έναντι του άλλου, παρά βραχεία υπεροχή καθενός σε επί μέρους τομείς. Άρα η επικράτηση ήταν περισσότερο ζήτημα τακτικής, να οδηγηθεί η αναμέτρηση σε πεδία όπου κάποιος υπερέχει, με παράλληλη αποφυγή πεδίων υστερήσεως.

Μια άλλη, διόλου αμελητέα παράμετρος, είναι η εφαρμογή ενός θεσφάτου, που μου εντυπώθηκε κατά την διάρκεια της θητείας μου: "μεγίστη αξιοποίησις διαθεσίμων πόρων". Ακόμη και αν δεχθούμε ότι υπολειπόμασταν των Τούρκων σε υλικά μέσα, αξιοποιήσαμε τα δικά μας κατά τον βέλτιστο δυνατό τρόπο ή παραδοθήκαμε στο... "πεπρωμένο" μας; Διότι με την λογική της αδυναμίας, λόγω ελλείψεως επιθυμητών υλικών μέσων, θα έπρεπε να είχαμε παραδοθεί αμαχητί, το 1940, ήδη στο άκουσμα του αυτοκινήτου του Grazzi, που μετέφερε το τελεσίγραφο!

Ειρήσθω εν παρόδω ότι στο βιβλίο του, "Fighting by Minutes", ο Robert Leonhard διατυπώνει την άποψη [16] ότι οι ένοπλες δυνάμεις είναι πάντοτε ανέτοιμες για μάχη! Υπό την έννοια ότι ποτέ δεν κατακτούν τον θεωρητικώς επιθυμητό βαθμό εγρηγόρσεως και συμβιβάζονται με το εφικτό σε δεδομένο χρόνο και τόπο. Αρκεί να είναι σε καλύτερο επίπεδο από τον αντίπαλο και σε θέση να αξιοποιήσουν ευνοϊκές συγκυρίες που θα προκύψουν [17].

Συνεπώς, κάθε απόπειρα ερμηνευτικής προσεγγίσεως του επεισοδίου των Ιμίων που εστιάζει στο ισοζύγιο δυνάμεων των αντιπάλων, όπως αυτό αποτυπώνεται σε γραπτούς και θεωρητικούς πίνακες, από όσο καλές προθέσεις και αν εκκινεί, είναι καταδικασμένη να καταλήξει σε παραπλανητικά συμπεράσματα ή και να λειτουργήσει ως άλλοθι απραξίας και υποχωρητικότητος. Ο πόλεμος είναι εξαιρετικώς πολυπαραγοντική και απρόβλεπτη κατάσταση, ώστε να αποφασίζεται η έκβασή του από... στατιστικολόγους!

Κατά τούτο, η συνοπτική μελέτη του κ. Παούνη, για λογαριασμό του ΕΛΙΑΜΕΠ, μάλλον αδικεί την πολύ εμβριθέστερη προσπάθειά του, στο προηγηθέν, αντίστοιχο βιβλίο του, καθώς αποπροσανατολίζει από άλλα, βαθύτερα αίτια της αποτυχίας μας (ενδεικτικώς, μόνον, ασυνεννοησία πολιτικών-στρατιωτικών, κλαδικότητα στις ΕΔ, ανεπάρκεια πολιτικών, ανυπαρξία θεσμών). 

Δική μου επιδίωξη, με την παρούσα ανάλυση, είναι όχι να υποστηρίξω "μύθους", ή να κριτικάρω "απομυθοποιήσεις", αλλά να αναδείξω την ασταθή και ευμετάβλητη φύση του πολέμου και την αναγκαιότητα στρατηγικής και στοχοθεσίας, πολύ πριν καταλήξουμε να συζητούμε για εξοπλισμούς και συγκρίσεις δυνάμεων. Οι εξοπλισμοί δέον να γίνονται για να υπηρετήσουν συγκεκριμένους σκοπούς, που τίθενται εκ προοιμίου και όχι για να παρατάσσουμε περισσότερα ή καλύτερα όπλα από τον αντίπαλο! Κι εκεί έγκειται το θεμελιώδες, κατ' εμέ, πρόβλημα της Ελλάδος, που ανέκυψε και στα Ίμια, ότι δεν έχουμε αποφασίσει γιατί, πώς, πότε και πού να χρησιμοποιήσουμε τα όπλα μας!

Επιβάλλεται, επίσης, να συνειδητοποιήσουμε ότι μεγαλύτερη αποτυχία από μια στιγμιαία ήττα είναι η μοιρολατρική αποδοχή του τετελεσμένου και η παραίτηση από την προσπάθεια ανατροπής του. Η ουσιαστική ήττα στα Ίμια, κατά την γνώμη μου, δεν επήλθε τον Ιανουάριο του 1996, αλλά το 1997, στην Μαδρίτη και την δεκαετία του 2000, όταν παρά την αποκατάσταση του ισοζυγίου δυνάμεων με την Τουρκία, αιθεροβατούσαμε με την "ευρωπαϊκή προοπτική της" και δεν εξετάζαμε εναλλακτικές στρατηγικές, που να βασίζονται και σε σκληρή ισχύ.

Προσπαθώντας να συστηματοποιήσω την διαδικασία εξαλείψεως εις βάρος μας αποτελεσμάτων, θα κατέληγα στην εξής ακολουθία:

  1. Ορθολογική αποτίμηση της καταστάσεως, πέρα από συναισθηματισμούς, δογματισμούς, μυθολογίες και ιδεοληψίες.
  2. Θέση βραχυπροθέσμων, μεσοπροθέσμων και μακροπροθέσμων στόχων.
  3. Βελτίωση/Αναδόμηση των μηχανισμών που απεδείχθησαν προβληματικοί κατά το παρελθόν, ή δημιουργία νέων.
  4. Επεξεργασία σεναρίων δράσεως για το μέλλον, ώστε όχι μόνο να μην ξαναϋποστούμε στρατηγικό αιφνιδιασμό, αλλά να ανακτήσουμε πρωτοβουλία κινήσεων. Αυτό το σημείο χρήζει ιδιαιτέρας προσοχής, ώστε η όποια γνώση αποκομίζουμε από το χθες και το σήμερα να προσαρμόζεται αρκούντως στις εξελίξεις του μέλλοντος και να μην ετοιμαζόμαστε απλώς να ανταποκριθούμε καλύτερα σε μία κρίση, με την ίδια μορφή που είχε στο παρελθόν (φαίνεται ότι η στρατιωτική μας κινητοποίηση στα Ίμια βασίστηκε στο σενάριο επαναλήψεως του 1987 και δεν αντιληφθήκαμε εγκαίρως ότι η κρίση του 1996 ήταν διαφορετικής φύσεως...). Διότι οι Τούρκοι έχουν αποδείξει την ευρηματικότητά τους και τις ευπροσάρμοστες, ανορθόδοξες στρατηγικές τους και θα είναι αποτυχία για εμάς αν κληθούμε να τους αντιμετωπίσουμε προσκολλημένοι σε στατικά διδάγματα από το παρελθόν (π.χ. αν επιμένουμε σε δόγματα ανακαταλήψεως βραχονησίδων, ενώ διανύουμε την εποχή των ΜΕΑ).
  5. Κατάρτιση εξοπλιστικών σχεδίων που να ανταποκρίνονται στις στρατηγικές επιδιώξεις της χώρας και τα πιθανά, μελλοντικά σενάρια χρήσεως πολεμικών μέσων.

Η δρομολόγηση, πάντως, μετά το 1996, αρκετών διορθωτικών κινήσεων στις ένοπλες δυνάμεις (ίσως όχι αρκετών στο πλήθος, ούτε επαρκών σε βάθος) επιβεβαιώνει ότι σε στρατιωτικό επίπεδο μελετήθηκαν καταστάσεις και εξήχθησαν κάποια συμπεράσματα. Συνέβη, ωστόσο, το ίδιο σε κοινωνικό και - κυρίως - σε πολιτικό επίπεδο; Διδαχθήκαμε κάτι από τα Ίμια; Δυστυχώς, ο (πολύ) περιορισμένος αριθμός ερευνητικών προτάσεων, μονογραφιών, ημερίδων και συγκροτημένων παρεμβάσεων μαρτυρά μεγάλο έλλειμμα... Φοβούμαι, μάλιστα, μήπως αρχίσουμε, πάλι, να επαναπαυόμαστε στους (αποσπασματικούς;) εξοπλισμούς, τώρα που επανήλθαν στο προσκήνιο! 

Άραγε θα εξετάσουμε κάποτε...

  • Ένα εύρυθμο νομικό πλαίσιο για τις αρμοδιότητες και τους τομείς ευθύνης στρατιωτικών και πολιτικών φορέων (δεν είναι τιμητικό να επαφιέμεθα στις εμπνεύσεις του εκάστοτε προωθυπουργού, ή να μειονεκτούμε εξ αιτίας της ασυνεννοησίας μεταξύ διαφόρων επιτελείων), κατά την αντιμετώπιση κρίσεων;
  • Την οργάνωση στον τομέα της επικοινωνίας και των ΨΕΠ [18], με τον έκτακτο έλεγχο των ΜΜΕ και την αξιοποίηση των ΜΚΔ [19];
  • Την θεσμοθέτηση οργάνων παραγωγής στρατηγικής σκέψεως (κατά προτίμηση εκτός κομματικού συστήματος);
  • Την εμπέδωση της διακλαδικότητος στις ένοπλες δυνάμεις; 

Ως κατακλείδα, θα επιθυμούσα να καταγράψω την σκέψη πως δεν υπάρχει μεγαλύτερη τιμή και καλύτερο μνημόσυνο για τους τρεις αδικοχαμένους ήρωες των Ιμίων (Χριστόδουλος Καραθανάσης, Παναγιώτης Βλαχάκος, Έκτωρ Γιαλοψός) από το να προετοιμαστούμε καταλλήλως για τις μελλοντικές μας προκλήσεις και να νικήσουμε (και) για λογαριασμό τους! Τους το οφείλουμε!


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Αιτιολόγηση από το ΓΕΝ του υπέρ ημών τακτικού πλεονεκτήματος [20]

1. Περιοχή Ίμια
 
α. Τα πλοία μας διέθεταν βληματικό δυναμικό 56 κατευθυνόμενα βλήματα Ε/Ε (Harpoon, Exocet, Standard) έναντι 40 των τουρκικών πλοίων.
β. Οι 3 ελληνικοί φορείς βλημάτων εκ των 5 ήταν αγκιστρωμένοι εγγύς ακτών, πράγμα που εξασφάλιζε το απρόσβλητο, ενώ μόνο οι 2 φορείς του ΤΝ εκ των 5 ήταν αγκιστρωμένοι.
γ. Το Α/Τ "Θεμιστοκλής" είχε την δυνατότητα βολής βλημάτων Standard σε mode επιφανείας από πολύ μικρές αποστάσεις, σε αντίθεση με τα τουρκικά πλοία ("Yavuz", "Trakya", "Fertina") τα οποία δεν μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν το βληματικό δυναμικό τους λόγω των μικρών αποστάσεων (η ελάχιστη απόσταση στόχου από το βάλλον πλοίο ήταν πολλαπλάσια μεγαλύτερη της απόστασης μεταξύ "Θεμιστοκλής" και τουρκικών Φ/Γ, ΤΠΚ στην περιοχή Ιμίων).

2. Περιοχή Κ. Αιγαίου
 
α. Μοίρα του στόλου μας από 3 Φ/Γ και 1 Α/Τ βρισκόταν την περίοδο αυτή ανατολικά ης νήσου Τήνου κινούμενη προς το στενό Μυκόνου-Ικαρίας όπου βρισκόταν μοίρα 4 τουρκικών πλοίων (2 Φ/Γ και 2 Α/Τ). Η ελληνική μοίρα διέθετε βληματικό δυναμικό 68 Κ/Β έναντι 24 της τουρκικής. Το 1 τουρκικό Α/Τ δεν είχε δυνατότητα Κ/Β. 
β. 2 ελληνικά ΤΠΚ στις νότιες ακτές Χίου είχαν στοχοποιήσει 1 Φ/Γ τουρκική που εκινείτο προς το στενό Σάμου-Ικαρίας και 1 Α/Τ συνοδείας που εκινείτο βορείως Σάμου.

3. Σύμπλεγμα Κυκλάδων

Η δύναμη των Κυκλάδων, 2 Φ/Γ, 2 Α/Τ και 6 ΤΠΚ, είχε τις δυνατότητες αφενός να συνδράμει τις δυνάμεις περιοχής Ιμίων αφετέρου να πλεύσει προς Β. Αιγαίο και να εμποδίσει την έξοδο των υπολοίπων πλοίων του τουρκικού στόλου στο Αιγαίο. Αυτό θα σήμαινε καθοριστικό πλήγμα σε βάρος των τουρκικών ναυτικών επιχειρήσεων.

4. Κινητοποίηση ανάπτυξης στόλου

Απέπελευσε από τον Ν/Σ το 92% των εκεί ελλιμενισμένων Φ/Γ και Α/Τ (11/12) και το 82% των ΤΠΚ (13/17).
Τα αντίστοιχα ποσοστά για το τουρκικό ναυτικό ήταν το 43% Φ/Γ και Α/Τ (9/21) και το 33% για ΤΠΚ (6/17).

5. Συστοιχίες Κ/Β σε νησιά του Α. Αιγαίου
 
Αναπτύχθηκαν στις θέσεις μάχης και είχαν ικανότητα προσβολής στόχων επιφανείας εντός του βεληνεκούς τους.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ-ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

  1. Η ρήση είναι η αυθάδης παρέμβαση του πλοιάρχου Παύλου Κουντουριώτη, στο πολεμικό συμβούλιο, υπό τον Ελ. Βενιζέλο, του Σεπτεμβρίου του 1912, που εξήταζε την πιθανή εμπλοκή της Ελλάδος σε πόλεμο στα Βαλκάνια. Λέγεται ότι η απάντηση αυτήν έκανε τον Βενιζέλο να επιμείνει να ανατεθεί η αρχηγία του στόλου στον Κουντουριώτη.
    https://geetha.mil.gr/istorika-afieromata/i-proti-niki-toy-nayarchoy-payloy-koyntoyrioti-stoys-valkanikoys-agones/
  2. Από την μελέτη του CSBA "Trends in Air-to-Air Combat: Implications for Future Air Superiority", 2015, σελ. 29.
  3. Από την ερευνητική εργασία του αντισμηνάρχου (USAF) Patrick Higby, στο "Adams Center for Military History", με θέμα "Promise and Reality: Beyond Visual Range (BVR) Air-To-Air Combat", 30/03/2005, σελ. 12-13.
  4. Άρθρο του Dave Majumdar, στις 25/07/2017, με τίτλο "Why America’s Mighty Military Doesn't Always Dominate the Battlefield?".
  5. Υπάρχουν και ισχυρισμοί ότι η Τουρκία δεν είχε προλάβει να παραλάβει καθόλου AMRAAM έως την κρίση των Ιμίων. Ενδεικτική αναφορά στην εργασία του Σάββα Δ. Βλάσση "Ίμια, 1996-2000: Αποκαλύψεις", σελ. 111.
  6. Βάσει των δεδομένων του SIPRI, ("Yearbook 1999", σελ. 494) η παραγγελία των AIM-120A υπεβλήθη από την Τουρκία το 1993 και οι παραδόσεις (138 πύραυλοι) ολοκληρώθηκαν την περίοδο 1997-98. Είναι πιθανό να είχαν παραλάβει τμήμα της παραγγελίας πριν την κρίση των Ιμίων, αλλά αμφίβολο κατά πόσο ήταν επιχειρησιακοί οι πύραυλοι.
  7. Παραγγελία 150 τεμαχίων, το 1994, στα πλαίσια της συμβάσεως "Τάλως" (υπεγράφη στις 21/02/1992), κατά τα στοιχεία του SIPRI (παραδόξως, δεν υπάρχει καταγραφή της προμήθειας στις ετήσιες εκθέσεις - "Yearbooks", αλλά η πληροφορία εμφανίζεται στην αναζήτηση της βάσεως δεδομένων εμπορίου όπλων). 
  8. Σε δημοσίευμα του DefenceReview αναφέρεται μικρότερος αριθμός παραγγελθέντων βλημάτων (80), αλλά σημαντικός βαθμός οικειότητος, αφού Έλληνες χειριστές εκπαιδεύονταν στην Γαλλία από το καλοκαίρι του 1994.
  9. Έχει αναρτηθεί στο Twitter απόσπασμα δημοσιεύματος, που καταγράφει τα πληρώματα των F4 στις συγκεκριμένες αποστολές.
  10. Συνέντευξη, στις 31/01/2016, του - τότε - σμηναγού (Ι) Νικολάου Τσακίρη, στο DefenceLine για την αποστολή της 345Μ στην κρίση των Ιμίων.
  11. Μια πολύ καλή συγκριτική ανάλυση για τα CIWS Ελλάδος και Τουρκίας, βάσει δεδομένων από ανοικτές πηγές (εξομοιωτής CMANO), έχει το ιστολόγιο "AmynaGR". Η ανάλυση αφορά την κατάσταση του 2020, αλλά εμπεριέχει χρήσιμες πληροφορίες για τις βασικές δυνατότητες Phalanx και Sea-Zenith, που μπορούν να αναχθούν και στο 1996.
  12. Η δυνατότητα αυτή δεν είναι μόνο θεωρητική, αλλά τεκμαίρεται και από οπτικοακουστικό υλικό από άσκηση του Α/Τ "Κίμων" (27:20-28:12).
  13. Επισήμανση του αντιναυάρχου ε.α. Σπ. Κονιδάρη (τότε κυβερνήτη του ΤΠΚ "Σταράκης", τύπου "Combattante IIIB"), σε συνέντευξή του στον Πάρι Καρβουνόπουλο, στις 30/01/2018 (08:49-09:15).
  14. Αναλυτικότερα στοιχεία για την κινητοποίηση των ελληνικών ΕΔ περιέχονται στην αναφορά του ΓΕΕΘΑ, στις 17/03/1996, με θέμα "Ελληνοτουρκική Κρίση Ίμια (28-31 Ιαν.96)", που δημοσιεύεται στο βιβλίο του ναυάρχου ε.α. Λυμπέρη "Οψόμεθα την αλήθεια καθώς εστί (1994-1996)", σελ. 518. Συμφώνως προς αυτήν, ο βαθμός ετοιμότητος των ελληνικών ΕΔ υπήρξε αρκετά μεγαλύτερος των τουρκικών (255 ετοιμοπόλεμα αεροσκάφη της ΠΑ, που αντιπροσώπευαν διαθεσιμότητα άνω του 85%, έναντι 251 της ΤΗΚ, η κινητοποίηση της οποίας ξεκίνησε μόλις στις 30/01/1996, ανεπτυγμένες 13/14 κύριες μονάδες και 13/18 ΤΠΚ για το ΠΝ, έναντι 9/21 και 6/17 για το TDK, αντιστοίχως).
  15. Η αποτελεσματικότητα και οι προεκτάσεις του "πρώτου πλήγματος" έχουν αναλυθεί σε υπερθετικό βαθμό από τον  Παναγιώτη Κονδύλη, τόσο στο πόνημα του "Γεωπολιτικές και στρατηγικές παράμετροι ενός ελληνοτουρκικού πολέμου", όσο και στην ακολουθήσασα ανταλλαγή άρθρων με τον Ριχάρδο Σωμερίτη, στο "Βήμα".
  16. Έμμεση παραπομπή, από το άρθρο "Κλαούζεβιτς, Κέντρο Βάρους και Δυνατότητες Πρακτικής Εφαρμογής", στις 03/09/2021, του ιστολογίου "Con-Ops".
  17. Δείγμα του διοικητικού μας ελλείμματος η διήγηση του στρατηγού ε.α. Μ. Παραγιουδάκη (τότε διοικητή Δ΄ΣΣ) για απουσία επικοινωνίας με προϊστάμενα κλιμάκια (ΓΕΣ, ΓΕΕΘΑ, κλπ) και η αυτενέργειά του στην απόφαση κινητοποιήσεως του σχηματισμού του (συνέντευξη στον Γ. Σαχίνη στις 22/11/2014, από το σημείο 02:13:13 και εφεξής). Αλλά και η αντίπαλη πλευρά αντιμετώπιζε πλείστα οργανωτικά προβλήματα και μόνο έτοιμη για πόλεμο δεν ήταν. Η προχειρότητα στην εκτέλεση της αποβάσεως των Τούρκων στην Δ. Ίμια (λευκές μηχανές σε νυκτερινή, καταδρομική επιχείρηση και αγορά καυσίμων με προσωπικά έξοδα των Τούρκων βατραχανθρώπων, κατά μαρτυρία του επί κεφαλής τους, Αλή Τουρκσέν) είναι απτή απόδειξη ανετοιμότητος. Εξ άλλου, καθ' ομολογία του Τούρκου αρχηγού ναυτικού Έρκαγια, όπως την παραθέτει ο Σ. Δ. Βλάσσης στην εργασία του (σελ. 50), οι Τούρκοι στρατιωτικοί ήταν διστακτικοί στην όξυνση της κρίσεως και εκείνη που επεδίωκε την κλιμάκωση ήταν η πρωθυπουργός Τσιλέρ! Εν τέλει, αποφασιστικό ρόλο δεν είχε η προετοιμασία κάθε πλευράς, αλλά η τουρκική έμπνευση για την κατάληψη του κενού της διατάξεώς μας (Δ. Ίμια).
  18. Η Τουρκία διαπρέπει στο πεδίο αυτό, συνεπικουρούμενη και από πολλούς αφελείς ή ιδιοτελείς Έλληνες, που ακρίτως αναπαράγουν κάθε τουρκική θέση, όπως έχει επισημάνει σε παλαιότερο άρθρο του (Huffington Post, 05/11/2018), ο καθηγητής Κουσκουβέλης. Με αποτέλεσμα να μεγεθύνεται το πραγματικό αποτύπωμα ισχύος της Τουρκίας και να σμικρύνεται, παραλλήλως, το δικό μας.
  19. Γλαφυρό δείγμα της αδιαφορίας μας για τον επικοινωνιακό πόλεμο σε ΜΚΔ και διεθνή fora ότι η Ελλάδα βρέθηκε πλείστες φορές απολογούμενη, κατά την κρίση του Έβρου, τον Μάρτιο του 2020, αντί να είναι κατήγορος. Αποκορύφωμα υπήρξε δημοσίευμα των "New York Times", για - δήθεν - μυστικά στρατόπεδα "προσφύγων" στον Έβρο, όπου υφίστανται απάνθρωπες συνθήκες και βασανισμοί, το οποίο όχι μόνο δεν αντιμετωπίσθηκε προκαταβολικώς, αλλά η κατάρριψη των ισχυρισμών του προήλθε κατ' αποκλειστικότητα από ιδιώτες (ιστολόγιο "e-amyna", Νικ. Αρταβάνης, Απ. Δοξιάδης) και όχι από την επίσημη πολιτεία!
  20. Από το βιβλίο του ναυάρχου ε.α. Λυμπέρη "Οψόμεθα την αλήθεια καθώς εστί (1994-1996)", σελ. 532, υποσημείωση #288.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Πρόσφατη δημοσίευση

Γιατί ζηλεύω το Ισραήλ;