2022-08-03

Η ποσοτική διάσταση του πολέμου

[ Ενημερώθηκε στις 07/10/2022, με προσθήκη παραπομπής σε μελέτη της CIA (1983) για ενδεχόμενο ελληνοτουρκικό πόλεμο. ]

Κατά την σύγκρουση της ΕΣΣΔ με την υπερέχουσα, στο τεχνολογικό πεδίο, Γερμανία, στον ΒΠΠ, βρήκε εφαρμογή η αποδιδόμενη στον Στάλιν έκφραση "η ποσότητα έχει την δική της ποιότητα". 

Ωστόσο, οι ασύμμετρες συγκρούσεις του 21ου αιώνος και η ραγδαία τεχνολογική πρόοδος μάς έκαναν να λησμονήσουμε αυτήν την αρχή, την οποία ήλθε να υπενθυμίσει με εμφατικό τρόπο η πολεμική αναμέτρηση στην Ουκρανία. Μια παρατεταμένη σύρραξη υψηλής εντάσεως, μεταξύ κρατών (ομοίων υποκειμένων του διεθνούς συστήματος) με συγκρίσιμη ισχύ.

Την διάσταση αυτήν επεσήμανε, σε μελέτη για λογαριασμό του αγγλικού ινστιτούτου "Royal United Services Institute" (RUSI), ο απόστρατος συνταγματάρχης Alex Vershinin.

Η μελέτη με τίτλο "The Return of Industrial Warfare" εστιάζει στην χρησιμότητα μιας αξιόλογης βιομηχανικής βάσεως ενός εμπολέμου κράτους, προκειμένου να αντεπεξέλθει επιτυχώς στις αυξημένες απαιτήσεις αναπληρώσεως υλικού σε μια υψηλής εντάσεως σύγκρουση, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για την "Δύση", που έχει επικεντρωθεί στην τεχνολογική της πρωτοκαθεδρία και επαναπαυμένη εκεί, έχει παραμελήσει τις δυνατότητές της για μαζική παραγωγή. 

Χαρακτηριστικά (και αντιδιαστελλόμενα) στοιχεία που τεκμηριώνουν την θέση του συντάκτη είναι τα ακόλουθα:

  • Για τα απαιτούμενα υλικά μέσα στον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο.
    • Εκτιμάται ότι οι Ρώσοι χρησιμοποιούν πλέον των 7.000 βλημάτων πυροβολικού ημερησίως.
    • Οι Ρώσοι είχαν εκτοξεύσει (μέχρι την στιγμή που ολοκληρώθηκε η εν λόγω η μελέτη, στις αρχές Ιουνίου) άνω των 1.100 πυραύλων (είτε βαλλιστικούς, είτε πλεύσεως), ίσως και άνω των 2.000 (υπάρχει σχετική ασάφεια).
    • Οι Ουκρανοί υπολογίζουν ότι απαιτείται από την πλευρά τους η χρήση 500 αντιαρματικών πυραύλων Javelin ημερησίως (αν και, μάλλον υπερβάλλουν σε κάποιον βαθμό, προκειμένου να εξασφαλίσουν μεγαλύτερη βοήθεια).
       
  • Για την πολεμική παραγωγική δυνατότητα των "δυτικών" χωρών.
    • Η παραγωγική ικανότητα των ΗΠΑ σε πυρομαχικά πυροβολικού ανέρχεται σε λιγότερα από 80.000 βλήματα ετησίως (όσα οι Ρώσοι δαπανούν σε 11-12 ημέρες πολέμου!!!).
    • Και οι 3 κλάδοι των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων προμηθεύονται ετησίως λιγότερους από 700 πυραύλους κρούσεως, μεγάλης εμβελείας, όλων των τύπων.
    • Το αμερικανικό απόθεμα αντιαρματικών Javelin είναι περίπου 21.000. Σχεδόν το 1/3 εξ αυτών έχει διατεθεί ήδη στην Ουκρανία, ενώ η ετήσια παραγωγική δυνατότητα της κατασκευάστριας Lockheed-Martin μόλις που υπερβαίνει τους 2.000 πυραύλους.
    • Η παραγγελία 1.300 αντιαεροπορικών πυραύλων Stinger, από την Raytheon, θεωρείται αδύνατον να ολοκληρωθεί πριν το 2026, λόγω ελλείψεως πρώτων υλών. Αυτή η διαπίστωση είναι ενδεικτική της ανησυχητικής εξαρτήσεως των "δυτικών" βιομηχανιών από τις σπάνιες γαίες της Κίνας.

Λίγες μόλις ημέρες πριν την δημοσίευση του RUSI, αίσθηση προεκάλεσε η κοινοποίηση, στην αρμόδια γαλλική κοινοβουλευτική επιτροπή, των συμπερασμάτων από την διεθνή αεροναυτική άσκηση μεγάλης κλίμακος "Polaris-21", που διεξήχθη στα τέλη του 2021. Όπως αναφέρεται σε έγκυρο σχετικό δημοσίευμα, 8 μονάδες επιφανείας των φιλίων δυνάμεων ("κυανοί") ετέθησαν εκτός μάχης. Όπερ αντικατοπτρίζει αριθμητικές απώλειες της τάξεως άνω του 50%, δεδομένων των συνθέσεων των "αντιπάλων" στόλων

Παρότι στα πολεμικά παίγνια της ασκήσεως προσομοιώθηκε χρήση υπό εξέλιξη (ακόμη) υπερηχητικών (ταχύτητος άνω των 2 Mach) πυραύλων επιφανείας, το αποτέλεσμα κατέδειξε την μεγάλη φονικότητα των συγχρόνων συγκρούσεων υψηλής εντάσεως, μεταξύ ισοδυνάμων αντιπάλων, ενώ ενδιαφέρον είχε και η παραδοχή δράσεως εντός περιβάλλοντος ισχυρών ηλεκτρονικών παρεμβολών.

Ειδικότερη επισήμανση γίνεται - και εδώ - για τις αναχορηγίες πυρομαχικών:

... the feedback from the POLARIS exercise once again showed general lack of ammunition for all kinds of weapons. The rapporteurs express the "urgent" need to reconstitute stocks and production lines of ammunition of all calibers, but especially of so-called "complex" missiles.

Θα ήταν ολέθριο σφάλμα να συμπεράνουμε ότι τα ανωτέρω στοιχεία απηχούν μόνον το ενδιαφέρον των "μεγάλων δυνάμεων" και δεν μας αφορούν.

Ίσως επηρεασμένοι από τους ολιγοημέρους αραβοϊσραηλινούς πολέμους (1967 και 1973), ίσως μιμούμενοι τις μεταψυχροπολεμικές τάσεις των "δυτικών" στρατών, ίσως παρασυρόμενοι από ευσεβείς πόθους, έχουμε μια (αδικαιολογήτως) εδραία πεποίθηση ότι οποιαδήποτε ένοπλη αντιπαράθεσή μας με την Τουρκία θα είναι λίαν σύντομη [1]

Στην εκτίμηση αυτή βασίστηκε επί πολλά έτη τόσο η δομή του στρατού (μείωση δυνάμεων, με έμφαση σε επαγγελματίες οπλίτες και πλήρης απαξίωση των κληρωτών και της εφεδρείας), όσο και οι εξοπλιστικές προτεραιότητες.

Εκτός εάν βαυκαλιζόμαστε ότι με μια εκατοστάδα πυραύλων SCALP μπορούμε να επιτύχουμε κάτι περισσότερο από πλήγματα εντυπωσιασμού... Ή πως περίπου 10.000 βλήματα 120mm για τα άρματα Leopard-2 (τόσα αφορούσαν οι δυο πρώτες - και μάλιστα πολύ καθυστερημένες - παραγγελίες [2], ήτοι λιγότερα από 30 βλήματα για κάθε ένα από τα 353 άρματα, λιγότερα και από 1 πλήρη φόρτο τους!) θα μας επιτρέψουν να προελάσουμε ταχέως έως τα προάστια της Κων/πόλεως!

Η μελέτη των αποθεμάτων όπλων μας (τουλάχιστον των ποσοτήτων που έχουν επισήμως ανακοινωθεί, κατά καιρούς) αποδεικνύει ότι προετοιμαζόμαστε για μια ολιγόχρονη σύρραξη, μέχρι να επέμβουν οι "μεγάλοι" και να αναλάβει η διπλωματία. Αν, όμως, δεν συμβεί αυτό, επειδή οι "μεγάλοι" ενδέχεται να είναι απησχολημένοι με άλλα προβλήματά τους, ή δεν επιθυμούν να διακινδυνεύσουν σε μια αμφίρροπη αναμέτρηση;

Η Τουρκία έχει επενδύσει εδώ και πολλές δεκαετίες στην δημιουργία βιομηχανικής βάσεως που μπορεί να εξυπηρετήσει τις ανάγκες εφοδιασμού των ενόπλων της δυνάμεων, σε κάποιον βαθμό, κυρίως σε πυραυλικά συστήματα. Η Ελλάδα πόσο βέβαιη μπορεί να είναι ότι θα την συνδράμουν οι "σύμμαχοί" της, όπως την Ουκρανία;

Το ζήτημα της πολεμικής οικονομίας εικάζω πως είναι ένας υπόρρητος και ανομολόγητος λόγος για την ελληνική ατολμία, σε διάφορα ζητήματα. Το ανησυχητικό είναι ότι δεν διαφαίνονται σοβαρές προσπάθειες άρσεως του αδιεξόδου μας.

Ας εξετάσουμε δυο ενδεικτικά σενάρια:

  1. Αν η Τουρκία δεν αντιδράσει, στην επέκταση εκ μέρους μας των ΧΥ σε 12νμ, με άμεση κήρυξη πολέμου μεγάλης κλίμακος, αλλά καταφύγει σε έναν μακροχρόνιο πόλεμο φθοράς στο Αιγαίο, με διαρκή επεισόδια μικρής εκτάσεως, πόσο μπορούμε να αντέξουμε, άνευ πλήρους και απροκάλυπτης υποστηρίξεως έξωθεν; 
  2. Αν εμείς επιδιώξουμε την βίαιη και ταχεία υποταγή της Τουρκίας στις αξιώσεις μας [3], με πλήρη κλιμάκωση, έχουμε την επάρκεια πολεμικών μέσων για να φέρουμε την αποστολή μας εις πέρας, ή θα καταλήξουμε πάλι σε μια σύγκρουση μακράς διαρκείας, στην οποία θα αδυνατούμε να αντεπεξέλθουμε, άνευ εξωτερικής στηρίξεως;

Εμβαθύνοντας στο - διόλου απίθανο - ενδεχόμενο παρατεταμένης ελληνοτουρκικής, ενόπλου αντιπαραθέσεως, υπάρχουν πλείστες παράμετροι που χρήζουν εξετάσεως και αφίστανται των συνήθων εμφάσεων στις τεχνικές δυνατότητες των προβεβλημένων στις παρελάσεις όπλων.

  • Πώς θα αντιμετωπίσουμε μια ολοκληρωτική ελληνοτουρκική αναμέτρηση, που θα εξελιχθεί όπως η άσκηση "Polaris-21", με απώλειες μέσων, στις 2-3 πρώτες ημέρες, της τάξεως του 50% σε αεροπορία και ναυτικό; Η εγχώρια ταχεία αναπλήρωση πλοίων ή αεροσκαφών είναι αδύνατη (ίσως με την εξαίρεση της Κίνας [4]), οπότε εδώ καθοριστικό ρόλο θα διαδραματίσουν οι εξωτερικές συμμαχίες.
  • Τί αντίκτυπο θα έχουν οι απώλειες στο ηθικό των αντιμαχομένων λαών και πόσο θα επηρεάσουν τις προθέσεις των πολιτικών ηγεσιών για συνέχιση του αγώνος;
  • Ποιός ευνοείται από αντισυμβατικές μεθόδους πολέμου, σε περίπτωση στερήσεως κλασικών μέσων; Για παράδειγμα, χωρίς ναυτικό και αεροπορία φαντάζει δυσχερές (έως αδύνατον) να υπερασπισθούμε επί μακρόν τα νησιά μας, ενώ η Τουρκία κάλλιστα μπορεί να επιχειρήσει εναντίον τους με χερσαίες δυνάμεις (λόγω εγγύτητος των ακτών της). Επίσης, η πυραυλική τεχνολογία, στην οποία επενδύει (από δεκαετιών) η Τουρκία, μπορεί να της προσδώσει όπλα μακρού πλήγματος που θα υποκαθιστούν μερικώς τον ρόλο αεροπορίας και ναυτικού.
  • Ποιός μπορεί να ανακάμψει γρηγορότερα, σε βάθος χρόνου, για να (επανα)διεκδικήσει τα απλωλεσθέντα;
Εν κατακλείδι, μετά από τους προαναφερθέντες προβληματισμούς, θα τολμούσα να ισχυριστώ πως η Ελλάδα επιβάλλεται να στοχεύσει το συντομότερο στα εξής (κατά σειρά αυξανομένης απαιτουμένης δαπάνης σε χρόνο και χρήμα):
  • Απόσταση από βουλησιαρχικές εκτιμήσεις για την έκβαση ενός πολεμικού επεισοδίου.
  • Συμπερίληψη κληρωτών/εφέδρων στον πολεμικό σχεδιασμό, οργάνωσή τους και τακτική εκπαίδευσή τους.
  • Ορθολογιστική εξοπλιστική προσπάθεια. Έμφαση στην ουσία, αντί του εντυπωσιασμού και στην διαρκή διαθεσιμότητα όπλων και φορέων τους (το τελευταίο σημαίνει ότι η μαχητική αξία ενός όπλου πρέπει να συνεκτιμάται με την δυνατότητα λογιστικής υποστηρίξεώς του).
  • Σύντονη προσπάθεια εγχώριας εξοπλιστικής (συμ)παραγωγής, με έμφαση σε υψηλή τεχνολογία και πολεμικά αναλώσιμα. Βιομηχανική αυτονόμηση (έστω και μερική) συνεπάγεται και μεγαλύτερη ελευθερία στην διαμόρφωση δόγματος.

Ειδικότερα στο ζήτημα των εξοπλισμών, που έχει επανέλθει στην επικαιρότητα, χρήσιμη είναι η συνειδητοποίηση ότι το κόστος της τεχνολογικής υπεροχής καθίσταται ολοένα και πιο δυσβάσταχτο και εις βάρος της αριθμητικής επάρκειας. Χαρακτηριστικό είναι το ακόλουθο διάγραμμα, του Florian Seibel, για την συγκριτική παρουσίαση των αυξητικών ρυθμών σε ΑΕΠ, αμυντικό προϋπολογισμό και κόστη κατασκευής αεροσκαφών, στις ΗΠΑ, από το 1940 (περίπου) έως σήμερα.

Επομένως, είναι κρίσιμο - ιδίως για κράτη με οικονομική δυσπραγία, όπως εμείς - να αναζητηθεί μια λεπτή ισορροπία μεταξύ (ακριβής) ποιότητος και (φθηνότερης) αναγκαίας ποσότητος, προκειμένου να μην διαταραχθεί ούτε η πολεμική ισχύς, αλλά ούτε και η οικονομία ενός κράτους.

Και αν θέλουμε να προσεγγίσουμε ακόμη βαθύτερα την ουσία της έννοιας "εθνική άμυνα", αξίζει να αναστοχασθούμε επί της επιφυλλίδας του Γιανναρά για την σχέση της με την (εθνική) παιδεία. Αυτή η μεταρρύθμιση (στην νοοτροπία μας και στις αξίες μας) και αν απαιτεί ριζικές τομές και άφθονο χρόνο...

 

ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ

Προς αποφυγήν παρερμηνειών και για να μην εκληφθούν οι ανωτέρω σκέψεις μου ως υποστηρικτικές της υποχωρήσεώς μας στα Ίμια, κρίνω σκόπιμο να προβώ σε κάποιες διευκρινίσεις.

Εν πρώτοις, υπάρχουν δύο σημαντικές διαφορές του τότε με το τώρα:

  1. Η Τουρκία του 1996 ήταν ακόμη πλήρως εντεταγμένη στο "δυτικό" σύστημα ασφαλείας.
  2. Το οπλοστάσιο της Τουρκίας το 1996 ήταν εξ ολοκλήρου ελεγχόμενο από τις ΗΠΑ.

Στα πλαίσια αυτά, μια πιθανή ελληνοτουρκική σύρραξη, το 1996, θα είχε εντελώς διαφορετική διαχείριση (πολιτική και στρατιωτική), εν σχέσει με σήμερα.

Και βεβαίως, κανείς δεν προδικάζει ότι θα ωφελούμασταν οπωσδήποτε. Ήταν πολύ πιθανή, δεδομένων των παρατάξεων και της ισχύος των στόλων, μια - έως συντριπτική - επικράτηση του ελληνικού ναυτικού, αλλά πέραν τούτου ουδέν προβλέψιμο.

Το ζητούμενο δεν ήταν, όμως, η στρατιωτική επικράτηση, αλλά η πολιτική/διπλωματική, η πρώτη είναι απλώς βοήθημα/εργαλείο για την δεύτερη. 

Η πάγια κριτική μου στην διαχείριση της κρίσεως των Ιμίων επικεντρώνεται στο πολιτικό επίπεδο και δευτερευόντως στο στρατιωτικό, το αδύνατο σημείο μας δεν υπήρξε η στρατιωτική υστέρηση, όπως εκ των υστέρων επεδίωξαν κάποιοι να παρουσιάσουν, για να δώσουν άλλοθι στους πολιτικούς χειρισμούς.

Και το σημαντικό είναι αυτό που έγραψα και στο σχετικό άρθρο μου:
"Μεγαλύτερη αποτυχία από μια στιγμιαία ήττα είναι η μοιρολατρική αποδοχή του τετελεσμένου και η παραίτηση από την προσπάθεια ανατροπής του. Η ουσιαστική ήττα στα Ίμια, κατά την γνώμη μου, δεν επήλθε τον Ιανουάριο του 1996, αλλά το 1997, στην Μαδρίτη και την δεκαετία του 2000, όταν παρά την αποκατάσταση του ισοζυγίου δυνάμεων με την Τουρκία, αιθεροβατούσαμε με την "ευρωπαϊκή προοπτική της" και δεν εξετάζαμε εναλλακτικές στρατηγικές, που να βασίζονται και σε σκληρή ισχύ."

Ακόμη και χωρίς ένοπλη εμπλοκή, λοιπόν, το πρόβλημά μας απεδείχθη και πάλι η αδυναμία να σχεδιάσουμε και να διευθύνουμε έναν αγώνα μακράς διαρκείας! Και αυτό είναι το βαθύτερο νόημα όλων των προλεχθέντων, ότι δεν μπορούμε να προσβλέπουμε σε μια στιγμιαία θετική έκβαση, αλλά επιβάλλεται να είμαστε προετοιμασμένοι και επαρκώς εξοπλισμένοι για το δυσμενέστερο σενάριο ("worst case analysis", που μας έλεγαν και οι καθηγητές μας στο Πολυτεχνείο).

  

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

  1. Σε μελέτη της CIA, με τίτλο "A contingency study on a Greek-Turkish military confrontation", στις 09/06/1983, εκτιμάται ότι ένας ελληνοτουρκικός πόλεμος πλήρους κλίμακος δεν πρόκειται να διαρκέσει περισσότερο από 1-2 εβδομάδες, δεδομένων των αποθεμάτων πυρομαχικών και καυσίμων των εμπολέμων και υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα υπάρξει εξωτερική ενίσχυση. Συγκεκριμένα αναφέρεται: "We believe that, without external resupply, both Greece and Turkey would have difficulty sustaining intensive combat longer than 1 to 2 weeks. Both sides would probably have enough fuel at the outset to last at least that long, but both would quickly experience shortages on air-to-air and surface-to-air missiles. Hostilities could last substantially longer than 2 weeks if the two sides limited the scope of fighting to an air war of attrition, hit and run raids, or possibly border skirmishes in Thrace." Αλλά το σενάριο ενός μακρύτερου σε διάρκεια πολέμου φθοράς, που κατέγραψε η CIA, δεν φάνηκε να απασχόλησε την ελληνική πλευρά, τουλάχιστον μετά τα Ίμια.
  2. Λεπτομερή στοιχεία επί των προμηθειών αρμάτων και πυρομαχικών Ελλάδος και Τουρκίας περιέχονται σε παλαιότερο άρθρο του "Defence-Point". Μόλις εφέτος ετελεσφόρησε προσπάθεια της Ελλάδος για ενίσχυση του σχετικού οπλοστασίου, με παραγγελία 30.000 νέων βλημάτων.
  3. Στην κατεύθυνση αυτή, αρκετοί έχουν επισημάνει την αξία ενός αιφνιδιαστικού πρώτου πλήγματος, με πρώτο τον Κονδύλη, στο μνημειώδες επίμετρό του για τα ελληνοτουρκικά και στον δημόσιο διάλογό του με τον Σωμερίτη. Η "Πτήση" δημοσίευσε, προσφάτως, μιαν αξιόλογη νομική ανάλυση για το δίκαιο του προληπτικού πολέμου. Παραβλέποντας το απαραδέκτως ειρωνικό και επιθετικό ύφος του συντάκτη κατά των αντιθέτων γνωμών (άραγε συγκαταλέγει και τον Κονδύλη στους διαφωνούντες, ή τον εξαιρεί;), έχω να παρατηρήσω πως πρόκειται για λάθος απάντηση σε λάθος ερώτημα! Το σωστό είναι: "Μπορούμε να επιτύχουμε τους πολιτικούς μας στόχους με την Τουρκία, υιοθετώντας τακτική πρώτου (αιφνιδιαστικού) πλήγματος;". Πιο κοντά στο πνεύμα αυτό στάθηκε το παρθενικό τεύχος του περιοδικού "Στρατηγικόν" (νυν "Στρατηγείν"). Όλες οι λοιπές (νομικίστικες) προσεγγίσεις είναι εκ του περισσού...
  4. Εφαρμόζοντας μεθόδους προκατασκευής και συναρμολογήσεως, η Κίνα έχει επιτύχει τρομερούς ρυθμούς ναυπηγήσεως πλοίων, στα πλαίσια της πολιτικής της να αμφισβητήσει την πρωτοκαθεδρία του USN. Ενδεικτικά του ναυπηγικού οργασμού της, τα άρθρα στο περιοδικό "Πτήση" για τον απολογισμό ναυπηγήσεων του 2019 και για την ταχύτατη καθέλκυση δύο ελικοπτεροφόρων.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Πρόσφατη δημοσίευση

Γιατί ζηλεύω το Ισραήλ;